Σε ήπια διάρροια η αφυδάτωση αντιμετωπίζεται απλά με αυξημένη πρόσληψη υγρών από το στόμα.
Σε ασθενή με βαρύτερη αφυδάτωση απαιτείται η χορήγηση ειδικών διαλυμάτων είτε από το στόμα είτε ενδοφλεβίως. Ένας βαριά αφυδατωμένος ασθενής εφόσον μπορεί να προσλάβει υγρά από το στόμα μπορεί να λάβει ένα διάλυμα εύκολο στην παρασκευή, αποτελούμενο από 3,5 γραμμάρια αλάτι -2,5 γραμμάρια σόδα – 1,5 γραμμάριο χλωριούχο κάλιο και 20 γραμμάρια ζάχαρη, όλα διαλυμένα σε ένα λίτρο νερό. Εκτός αυτού υπάρχουν και έτοιμα διαλύματα σε φακελλίσκους προς κατανάλωση μετά από αραίωση σε λίγο νερό.
Η συμπτωματική αντιμετώπιση περιλαμβάνει φάρμακα που ελαττώνουν την κινητικότητα του εντερικού σωλήνα, όπως είναι η λοπεραμίδη και η διφαινοξυλάτη. Έχει φανεί ότι η χορήγηση λοπεραμίδης συνδέεται με παράταση του πυρετού σε ασθενείς με Σιγκέλωση καθώς και παράταση της διάρκειας σε ημέρες των διαρροϊκών κενώσεων σε ασθενείς με ήπια ιογενή σύνδρομα.
Η διφαινοξυλάτη δεν κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά. Ένα άλλο αντιδιαρροϊκό φάρμακο είναι η ρασεκαδοτρίλη η οποία έχει λάβει ένδειξη για την αντιμετώπιση της νόσου σε παιδιά αλλά προς το παρόν δεν έχει μελετηθεί επαρκώς σε ενήλικες.
Το TASECTAN είναι ιατροτεχνολογικό σκεύασμα, που αποκαθιστά τη φυσιολογική λειτουργία των τοιχωμάτων του εντέρου. Πρόκειται για ένα σύμπλοκο ζελατίνης- ταννικού οξέως, που περνά αναλλοίωτο από το στομάχι και βελτιώνει τη συμπτωματολογία του άλγους και των διαρροϊκών κενώσεων, καθώς δημιουργεί ένα προστατευτικό μανδύα στην επιφάνεια των εντερικών κυττάρων, εμποδίζει την προσκόλληση παθογόνων μικροοργανισμών (E. Coli & Salmonella) σε αυτά και τέλος, προωθεί την απομάκρυνση των παθογόνων μέσω των κοπράνων. Μπορεί να χορηγηθεί ως κάψουλα στους ενήλικες ή σκόνη σε βρέφη και παιδιά (μια φορά ανά 4-6ωρο) μέχρι την υποχώρηση των συμπτωμάτων. Δεν έχουν αναφερθεί ανεπιθύμητες ενέργειες ή αντενδείξεις που να σχετίζονται με τη χρήση του Tasectan (εκτός από σπάνιες περιπτώσεις αλλεργικών αντιδράσεων στα συστατικά του).
Η επιλογή αντιβιοτικών συστήνεται μόνο κατόπιν σύστασης θεράποντος ιατρού και για συγκεκριμένα νοσήματα (π.χ. Σιγκέλωση, χολέρα, τυφοειδής και παρατυφοειδής πυρετός). Χρειάζεται προσοχή να μη γίνεται κατάχρηση των αντιβιοτικών, καθώς είναι ακατάλληλα για την πιο συνήθεις περιπτώσεις διάρροιας (π.χ. μια ίωση γαστρεντερίτιδας).
Προς το παρόν δεν υπάρχουν κατευθυντήριες οδηγίες για τη χρήση προβιοτικών και /ή πρεβιοτικών σε διαρροϊκά σύνδρομα λοιμώδους αιτιολογίας σε ενήλικες. Μόνο σε παιδιά υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις ότι αυτά τα σκευάσματα μπορεί να ελαττώνουν τη διάρκεια της νόσου και μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις. Για την πρόληψη της διάρροιας από αντιβιοτικά υπάρχουν ενδείξεις ότι ορισμένα στελέχη προβιοτικών (Sacharomyces Boulardii και Lactobacillus rhamnosus) μπορούν να προλάβουν την εμφάνιση της νόσου ιδιαίτερα σε παιδιά αλλά και σε ενήλικες.
Αντώνιος Αντωνιάδης Ειδικός παθολόγος, MD, PhD, MsC
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ)
Μεταπτυχιακό στη Μοριακή Φυσιολογία , ΕΚΠΑ
Επιστημονικός συνεργάτης Α‘ Παθολογικής κλινικής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ΓΝ Λαϊκό